Εργαζόμενοι: Τι ισχύει πλέον για τη δουλειά σε δύο εργοδότες

Εργαζόμενοι: Τι προβλέπεται για τις ώρες απασχόλησης σε άλλο εργοδότη δηλαδή για τους εργαζόμενους σε δύο εργοδότες

Aλλαγές στα εργασιακά φέρνει το πρώτο νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας. Βασικός άξονάς του είναι η ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας για τα επικαιροποιημένα δικαιώματα των εργαζομένων.

Τι προβλέπεται όμως για τις ώρες απασχόλησης σε άλλο εργοδότη δηλαδή για τους εργαζόμενους σε δύο εργοδότες; Σύμφωνα με την οδηγία δεν απαγορεύεται πλέον σε έναν εργαζόμενο να αναλάβει εργασία σε άλλους εργοδότες, εκτός του ωραρίου εργασίας που καθορίζεται με τον εν λόγω εργοδότη ή να επιφυλάξει δυσμενή μεταχείριση σε εργαζόμενο για τον λόγο αυτόν.

Ωστόσο, υπάρχει περιορισμός στις συνολικές ώρες απασχόλησης. Αυτό σημαίνει ότι πλέον θα μπορεί ένας εργαζόμενος να εργάζεται με πλήρη απασχόληση σε έναν εργοδότη, για ένα 8ωρο, και με μερική απασχόληση για άλλες το πολύ, 5 ώρες σε άλλον. Συνολικά, όμως δεν θα επιτρέπεται να απασχολείται πέραν των 13 ωρών την ημέρα ώστε να ξεκουράζονται συνεχόμενα 11 ώρες, όπως προβλέπει κοινοτική οδηγία που έχει κυρωθεί στη χώρα μας με το προεδρικό διάταγμα 88 του 1999.

«Η οδηγία αποσαφηνίζει ότι ο εργοδότης δεν πρόκειται να απαγορεύσει σε εργαζόμενο να αναλάβει εργασία σε άλλους εργοδότες»

Μιλώντας στην εκπομπή του Alpha «Alpha Τώρα» με τη Βίκυ Χαντζή και τον Σταύρο Μονεμβασιώτη ο εργατολόγος Γιάννης Καρούζος ξεκάρισε: «Η οδηγία αποσαφηνίζει ότι ο εργοδότης δεν πρόκειται να απαγορεύσει σε εργαζόμενο να αναλάβει εργασία σε άλλους εργοδότες, εκτός του ωραρίου εργασίας που καθορίζεται με τον εν λόγω εργοδότη ή να επιφυλάξει δυσμενή μεταχείριση σε εργαζόμενο για τον λόγο αυτόν».

«Η κοινοτική οδηγία είναι πολύ προστατευτική και ξεκαθαρίζει πως δεν μπορεί να τεθεί κανένας φραγμός, κανένα εμπόδιο στον εργαζόμενο που θέλει ο ίδιος να εργαστεί σε δεύτερο εργοδότη παρά μόνο εάν υπάρχουν αντικειμενικοί λόγοι ή είναι ανταγωνιστής ο δεύτερος εργοδότης» συμπλήρωσε.

Εργαζόμενοι: Τι πληρώνουν ακριβότερα οι Έλληνες σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους

Δεκαεπτά συνεχόμενους μήνες διψήφιου πληθωρισμού τροφίμων αναμένεται να ανακοινώσει την Τρίτη η Ελληνική Στατιστική Αρχή, ενώ παράλληλα στην Ελλάδα – βάσει των στοιχείων Ιουνίου της Eurostat – στις 11 από τις 20 κατηγορίες οι ανατιμήσεις ήταν μεγαλύτερες από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Σημειώνεται πως η αρχή για το πληθωριστικό ράλι στη χώρα μας ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2022, όταν οι ανατιμήσεις των τροφίμων στη ξεπέρασαν το 10%. Τον Ιούνιο, η αύξηση στις τιμές των τροφίμων (12,2%) ήταν 1,4 μονάδες υψηλότερες από αυτόν της Ευρωζώνης ο οποίος ήταν στο 10,8%.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με σχετικό ρεπορτάζ του Σκάι, οι αυξήσεις στην Ελλάδα είναι υψηλότερες από τον κοινοτικό μέσο όρο στις παρακάτω κατηγορίες:

Εργαζόμενοι: Αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις και επιδόματα

Η αύξηση των μισθών στο Δημόσιο, των συντάξεων και των οικογενειακών επιδομάτων, θα περιέχονται στον νέο προϋπολογισμό για το 2024. Αυτό διαφαίνεται από την εγκύκλιο του υφυπουργού Εθνικής Οικονομίας Θάνου Πετραλιά προς τα υπουργεία και τους αρμόδιους φορείς για την κατάρτιση του νέου κρατικού προϋπολογισμού, καθώς σε αυτή προβλέπεται αύξηση των δαπανών του Δημοσίου κατά 4 δισ. ευρώ.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τις οδηγίες του κ. Πετραλιά, το 2024 το πλαφόν του κονδυλίου για τη Γενική Κυβέρνηση αναπροσαρμόζεται στα 72,7 δισ. ευρώ από 68,7 δισ. ευρώ που είναι το ανώτατο όριο εφέτος. Παράλληλα, το ανώτατο όριο των δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού θα ανέλθει στα 68,78 δισ. ευρώ, ποσό στο οποίο προστίθενται δαπάνες για τόκους 6,9 δισ. ευρώ για την κάλυψη των δανειακών υποχρεώσεων του 2024, από 5,1 δισ. ευρώ εφέτος.

Τα κονδύλια για τα επενδυτικά έργα που θα χρηματοδοτηθούν από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) θα ανέλθουν σε 8 δισ. ευρώ, ενώ 4,34 δισ. ευρώ θα δοθούν επιπλέον μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. Αυξημένο κατά 900 εκατ. ευρώ- στα 22,6 δισ. ευρώ το 2024 από 21,7 δισ. ευρώ εφέτος- είναι το κονδύλι του υπουργείου Εργασίας για τις κοινωνικές μεταβιβάσεις. Αυτό περιλαμβάνει μισθούς, συντάξεις επιδόματα και επιδοτήσεις, ενώ αυξάνεται και η οροφή των πόρων σε Υγεία και Παιδεία κατά 400 εκατ. ευρώ (5,096 δισ. ευρώ) και 180 εκατ. ευρώ (5,935 δισ. ευρώ), αντίστοιχα.

Όπως αναφέρεται στην εγκύκλιο, «δεν περιλαμβάνονται δαπάνες υψηλής αβεβαιότητας, οι οποίες συναρτώνται από διεθνείς εξελίξεις και θα αντιμετωπιστούν μέσω της χρήσης των αποθεματικών του κρατικού προϋπολογισμού». Επίσης υπάρχει ιδιαίτερη επισήμανση στο δύσκολο οικονομικά περιβάλλον που έχει διαμορφώσει η εξελισσόμενη ενεργειακή κρίση, και τονίζεται ότι η ενίσχυση των επισκοπήσεων στις δαπάνες είναι αυξημένης σημασίας, με το επίκεντρο να βρίσκεται στην οριζόντια δράση εξοικονομήσεων στον τομέα της ενέργειας. Παράλληλα, σημειώνεται ότι «συνεχίζεται εντατικά η στόχευση δημιουργίας δημοσιονομικού χώρου και μέσα από δράσεις ενίσχυσης των εσόδων ή αξιοποίησης της περιουσίας των φορέων». Οι φορείς θα πρέπει να καταθέσουν τις προτάσεις για τον νέο προϋπολογισμό έως την 1η Σεπτεμβρίου, χωρίς να παραβιάζονται οι οροφές που τίθενται στις δαπάνες.

Εν τω μεταξύ, στο τραπέζι των συζητήσεων βρίσκονται και τα σενάρια για νέα μέτρα στήριξης με επίκεντρο τις ευπαθείς ομάδες, σενάρια που αξιολογούνται με βάση τις προβλέψεις για μεγαλύτερο πρωτογενές πλεόνασμα το 2023. Ο στόχος για το τρέχον έτος είναι 1,1% του ΑΕΠ και αρμόδιες πηγές αφήνουν ανοικτό ενδεχόμενο ακόμη και για πλεόνασμα ύψους 1,4% του ΑΕΠ. Εάν συμβεί αυτό, «απελευθερώνεται» δημοσιονομικός χώρος για παροχές ύψους 400 εκατ. ευρώ, με την αύξηση των κονδυλίων για το επίδομα θέρμανσης και ένα νέο σχήμα επιδοτήσεων για τους λογαριασμούς στο ηλεκτρικό ρεύμα, να βρίσκονται στην «πρώτη γραμμή». Ωστόσο, όπως επισημαίνουν αρμόδια στελέχη, τα μέτρα θα είναι οπωσδήποτε στοχευμένα και με μικρό κόστος. Διότι, το επόμενο έτος το κύριο βάρος θα δοθεί στην εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών και την ενίσχυση των φορολογικών εσόδων μέσω της μεγαλύτερης ανάπτυξης.

Σημειώνεται ότι, έως ότου αποσαφηνιστεί το τοπίο στην Ευρώπη με το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, η Ελλάδα κινείται με βάση το Πρόγραμμα Σταθερότητας 2023- 2026. Σε αυτό προβλέπεται για το επόμενο έτος πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ, ενώ η άνοδος του ΑΕΠ θα είναι 3% από 2,3% που εκτιμάται εφέτος. Παράλληλα, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης θα υποχωρήσει το 2024 στο 150,8% του ΑΕΠ, ενώ θα έχει καθοδική πορεία και ο πληθωρισμός, ο οποίος αναμένεται να επιβραδυνθεί στο 2,4% από 4% εφέτος.